Σελίδες

Σάββατο 15 Αυγούστου 2015

Απο τη Θεά Μητέρα στη Θεοτόκο Μαρία





Ο μήνας που μας πέρασε, ο Αύγουστος, είναι ο μήνας της Παναγίας. Γιορτάζουμε στις 15 Αυγούστου την Κοίμηση της Θεοτόκου και στις 23 Αυγούστου τα εννιάμερα από την Κοίμηση της Παναγίας. Η λέξη “Παναγία” είναι προχριστιανική. “Παναγία” είναι η προσωνυμία που αποδίδεται σε πολλές οι αρχαίες θεές, καθώς και θεομήτωρ, Δέσποινα, Μεγαλόχαρη, βασίλισσα των Ουρανών, κλπ. Η βασίλισσα των Ουρανών λατρευόταν με διάφορα ονόματα και μορφές από όλους τους λαούς της Μεσογείου. Στα ιερά της Ίσιδας ή Αθηνάς οι γυναίκες των αρχαίων πήγαιναν σέρνοντας το σώμα τους ή προχωρώντας με τα γόνατα, όπως ακριβώς γίνεται και σήμερα. Στο τέμπλο του ναού κρεμούσαν χρυσά ή ασημένια ομοιώματα ματιών, ποδιών ή χεριών, ανάλογα με το μέρος του σώματος που επιθυμούσαν να θεραπεύσουν, όπως ακριβώς τα σημερινά τάματα.

Ο Κωνσταντίνος Παπαρηγόπουλος αναγνωρίζοντας τις ομοιότητες της θεάς των Ελλήνων Ορφικών με την Παναγία αναφέρει στα προλεγόμενα στην ελληνική ιστορία του, ότι ο ακάθιστος ύμνος στην Παναγία είναι ολοφάνερα όμοιος με τους χαιρετισμούς των Ορφικών προς την αρχαία Μεγάλη Μητέρα Θεά:

«Οι χαιρετισμοί εις την υψίστην θεάν ενός των μεταγενεστέρων Ορφικών έχουσι πρόδηλον την οικειότητα προς τον ακάθιστον εκείνον Ύμνον, ον μέχρι της σήμερον άπας ο ελληνισμός δεν παύει αναπέμπων από Κωνσταντινουπόλεως μέχρις Αθηνών, και από Θεσσαλονίκης μέχρι Κρήτης και Μικράς Ασίας, προς την πάναγνον μητέρα του Σωτήρος, επί τη μνήμη της λυτρώσεως των προπατόρων από Αβάρων και Αράβων. Χαίρε, αναφωνεί προς τοις άλλοις ο Ορφικός ποιητής,
«Χαίρε δε και κλίμαξ ποτί ουρανόν αστερόεντα
ευθυδρόμους κατάγεις, ευθυδρόμους δ΄ανάγεις.
Χαίρε δ΄αγαλλομένη μεν εν Ελλάδι και Σαλαμίνι…»,
Χαίρε, ανακράζει και ο χριστιανός ποιητής
«Χαίρε κλίμαξ επουράνιε δι΄ης κατέβη ο Θεός
Χαίρε γέφυρα μετάγουσα τους εκ γης προς Ουρανόν
Χαίρε των Αθηναίων τας πλοκάς διασπώσα…»


Στην επίθεση του βασιλιά του Πόντου, Μιθριδάτη 6ου, εναντίον της Ρόδου, χρησιμοποιήθηκαν μεγάλες πολιορκητικές μηχανές, ανάμεσα στις οποίες ξεχώριζε μια πολύ θεαματική «ελέπολις», πανύψηλη και με τεράστιο όγκο, που ονομαζόταν “Σαμβύκη”. Ήταν ένα γιγάντιο κατασκεύασμα, τοποθετημένο πάνω σε δύο μεγάλα ενωμένα πλοία. Ξαφνικά, την νύχτα που ο Μιθριδάτης ήταν έτοιμος να διατάξει την επίθεση, ο ουρανός φωτίστηκε από μια μεγάλη φλόγα που είχε ανάψει στην κορυφή του απέναντι λόφου.

Όταν ο Μιθριδάτης διέταξε την επίθεση, η Σαμβύκη άρχισε να πλησιάζει απειλητικά τα τείχη. Πλησίασε στο σημείο του τείχους όπου βρισκόταν ο ναός της θεάς Ίσιδας, αλλά, ξαφνικά, συνέβηκε κάτι τελείως αναπάντεχο: Όλη εκείνη η τεράστια πολιορκητική μηχανή, μην μπορώντας να αντέξει το βάρος του φορτίου της, άρχισε, σιγά σιγά, να βυθίζεται προκαλώντας ταυτόχρονα ένα τρομαχτικό θόρυβο και βγάζοντας φωτιές από όλες τις μεριές της !

Υπάρχει η παράδοση στη Ρόδο, σύμφωνα με την οποία η μητέρα του θεού Ώρου, η Ίσιδα, εξαιτίας αυτού του «θαύματος», ονομάστηκε από τους ντόπιους “ Ίσιδα Σαμβύκη”. Η ονομασία αυτή συνέχισε να δίνεται και στη διάδοχο της, την Μητέρα του Χριστού, την Παναγία, η οποία ονομάστηκε “Παναγία Τσαμπύκα” και της οποίας η εκκλησία χτίστηκε στην θέση του αρχαίου ναού της Ίσιδας.

Ο Πλούταρχος αναφέρει ότι την θεά Αθηνά οι Αιγύπτιοι την αποκαλούν Ίσιδα. Ο Ηρόδοτος, μάλιστα (Β,62), περιγράφει την αιγυπτιακή γιορτή “Λυχνοκαΐα”, που ήταν αφιερωμένη στη θεά Νηίθ (Αθηνά), η οποία ταυτιζόταν με τη θεά Ίσιδα. Γράφει ο αρχαίος ιστορικός: «Οι Αιγύπτιοι στην πόλη Σάιν λατρεύουν τη θεά Νηίθ (Αθηνά), αφιερώνοντάς της κάθε χρόνο μια γιορτή την οποία ονομάζουν “Λυχνοκαΐα”. Εφόσον λοιπόν έρθει η εποχή της γιορτής αυτής, οι περισσότεροι βάζουν σε ειδικά πλοία τους λύχνους και πλέουν μέσω του Νείλου στη Σάιν. Όταν φτάσουν στο ναό και μπροστά στο άγαλμα, κάνουν όλες τις απαιτούμενες τελετές, ανάβουν τους λύχνους κοντά στις σκηνές και τα κράσπεδα του περιβόλου, και όλη η πόλη φωταγωγείται από την ιερή φωτιά...».

Απ’ όσα αναφέραμε υπάρχει μια διαδοχή στη λατρεία με την προσωνυμία Παναγία: από την Μητέρα Θεά, στην Αθηνά, στην Ίσιδα και τέλος στη Θεοτόκο Μαρία, την μητέρα του Ιησού, ενώ αποδίδεται και σε άλλες θεές. Η Παναγία έχει όλα τα σύμβολα μια ουράνιας Μεγάλης Μητέρας, μιας φεγγαροθεάς, μιας Σεμέλης ή Ίσιδας.

Για τους Έλληνες η Άρτεμη ήταν μια δύναμη της φύσης. Σύμβολό της ήταν το ελάφι και το τόξο που κρατούσε σαν κυνηγούσε τα άγρια θηρία του δάσους. Το ελάφι συμβολίζει την καρδιά και το κυνήγι στο δάσος των άγριων ζώων είναι η νίκη απέναντι στα άγρια πάθη του ανθρώπου, ώστε να καθαριστεί η καρδιά. Γι αυτό και η Άρτεμη είναι Παρθένα συμβολίζοντας την αγνότητα.

Η Θεοτόκος Μαρία, η κόρη του Ιωακείμ και της Άννας, είναι μια γυναίκα θνητή, που γεννάει τον Υιό του Θεού, τον Χριστό. Όπως και η Σεμέλη, η κόρη του Κάδμου και της Αρμονίας είναι μια θνητή γυναίκα, που γεννάει τον γιό του Δία, τον θεό Διόνυσο. Η Θεοτόκος Μαρία, μετά τον θάνατό της- την κοίμηση κατά την εκκλησία- ανελήφθη στους Ουρανούς. Σήμερα τιμάται από τους χριστιανούς ως Θεομήτωρ, Πλατυτέρα των Ουρανών, ως τιμιοτέρα των Χερουβείμ κι ενδοξοτέρα των Σεραφείμ. Και η Σεμέλη εγέρθηκε από τον Άδη και αναλήφθηκε στον Όλυμπο, όπου ως Θυώνη ή Διώνη έζησε με τους Ολύμπιους θεούς και τιμήθηκε από τους θνητούς ως θεά.

Η Μητέρα Θεά είναι εκείνη που βοηθάει τους αμαρτωλούς να σωθούν, είναι η Θεά με την απέραντη αγάπη και την άπειρη συγχώρεση, η Θεά που γνωρίζει τα πάθη και τους πόνους των θνητών ανθρώπων. Ως μια τέτοια Θεά την σεβάστηκαν και την τίμησαν οι θαλασσινοί λαοί της Μεσογείου και δεν σταμάτησαν να την τιμούν τους αιώνες της καταδίωξης και της στεναχώριας.

Η Θεά Μητέρα, η Μεγάλη Θεά δεν είναι άλλη από την “Ψυχή του Κόσμου”, στις διάφορες εκφράσεις της και από αυτήν εκπορεύονται οι ατομικές Ψυχές. Οι διάφορες Κοσμογονίες δείχνουν πως κάθε έθνος θεωρούσε την Συμπαντική Ψυχή , την Μεγάλη Θάλασσα, την Βασίλισσα των Ουρανών σαν τον Νού του Δημιουργού Πλάστη, και πως ονομαζόταν Μητέρα. Είνα η Anima Mundi, η Παγκόσμια Ψυχή του Πλάτωνα,ο φορέας του Φωτός, το δοχείο των μορφών, το Θείο Πνεύμα των Αιγυπτίων, το Άγιο Πνεύμα των Χριστιανών, το Ακάσα των Ινδουιστών,η Μήτρα του Σύμπαντος. Το Πνεύμα της κυβερνά τα αστραφτερά ύψη του Ουρανού, την θάλασσα, την θρηνητική σιωπή του κάτω κόσμου. Λατρεύεται με πολλές όψεις και είναι γνωστή με αμέτρητα ονόματα. Είναι το θηλυκό Αρχέτυπο, η πηγή κάθε ζωής. Είναι η Βασίλισσα του Ουρανού, αυτή που κρατάει τα κλειδιά της γονιμότητας. των πυλών της γέννησης και του θανάτου. Μία δύναμη διασκορπισμένη σε όλη την δημιουργία.

Σύμφωνα με τον Μίρτσεα Ελιάντε, ως τις μέρες μας έχει φθάσει ένας σημαντικός αριθμός δοξασιών, μύθων, τελετουργικών και τέχνεργων σχετικών με τη γη, τις θεότητές της και το “αρχέτυπο της μεγάλης μητέρας”. Η Μεγάλη Μητέρα στις παραδόσεις του κοσμογονικού ζεύγους είναι η σύντροφος, η θηλυκή όψη που γονιμοποιείται με τρόπο θαυματουργό ή μη και γεννά, αποκαλύπτει τα σιτηρά, τους καρπούς και όλα τα γεννήματα της γης. Ο Τζέιμς Φρέιζερ ο συγγραφέας του “Χρυσού Κλώνου” και εκείνοι που επηρέασε, όπως ο Ρόμπερτ Γκρέιβς και η Μαρίγια Γκιμπούτας, ανέπτυξαν τη θεωρία ότι όλες οι θεότητες της Ευρώπης και της Aιγαιακής λεκάνης προήλθαν από μία θεότητα της νεολιθικής μητριαρχίας. Ως θεμέλιο της θεωρίας της έθεσε την ανακάλυψη ειδωλίων με ασυνήθιστες υπερβολές σε διάφορους πολιτισμούς της προϊστορικής Ευρώπης, τα οποία εκείνη ονόμασε ειδώλια γονιμότητας και τους απέδωσε τις λειτουργίες της αναπαραγωγής, της γαλούχησης και της αύξησης της ζωής. Τέτοια ειδώλια συναντούμε στο Σέσκλο (Θεσσαλία) και σε νησιά του Αιγαίου.

Πολλοί ιστορικοί της θρησκείας υποστηρίζουν ότι τους αιώνες κατά τους οποίους διαμορφωνόταν ο Χριστιανισμός υιοθέτησε και μεταμόρφωσε χαρακτηριστικά θρησκευτικών παραδόσεων που προηγήθηκαν ή και χρειάστηκε να ανταγωνιστεί. Η απόδοση τιμών στο πρόσωπο της Μαρίας (Παναγία) της Καινής Διαθήκης, της μητέρας του Ιησού Χριστού, αποτελεί μεταγενέστερη δογματική εξέλιξη που περιέλαβε στοιχεία προηγούμενων θηλυκών θεοτήτων. Ως «μητέρα του Θεού» και «Θεοτόκος» ενσωμάτωσε στοιχεία θηλυκών θεοτήτων που επί χιλιετίες πιστευόταν ότι συντηρούσαν τους επαναλαμβανόμενους εποχικούς κύκλους θανάτου και αναγέννησης. Ήδη πριν από τον 6ο αιώνα, αποδόθηκαν στη Μαρία χαρακτηριστικά όπως η αειπαρθενία, η οποία ήδη ίσχυε για την Αθηνά και την Άρτεμη, και η θέση της «βασίλισσας του ουρανού» και της «μεσολαβήτριας» υπέρ της ανθρωπότητας, όπως συνέβαινε με την ευρέως διαδεδομένη λατρεία της Ίσιδας.

Στην Κρήτη λατρευόταν η θεά των όφεων, θεά της γονιμότητας, που ορίζεται και ως Μεγάλη Μητέρα. Το γυμνό στήθος και τα φίδια (πρώτη εικόνα) συμβολίζουν την ευφορία και την γονιμότητα. Η παλιότερη παράσταση της Μητέρας Θεάς βρίσκεται σ’ ένα σφραγιδόλιθο που βρέθηκε στα Μάλια και είναι της Παλαιοανακτορικής περιόδου, στα οποία τα χέρια είναι υψωμένα παράλληλα με το σώμα και το κάτω μέρος του σώματος είναι τριγωνικό. Παρόμοιος σφραγιδόλιθος Παλαιοανακτορικής περιόδου βρέθηκε στην Φαιστό. Στη νεκρόπολη της Φαιστού βρέθηκε επίσης χρυσό δαχτυλίδι που παριστάνει τη θεά καθισμένη σε θρόνο με υψωμένα τα χέρια και μπροστά της σε λατρευτική στάση εικονίζονται μια ιέρεια κι ένας κυνοκέφαλος. Όλες οι παραπάνω αναπαραστάσεις ανήκουν στην κατηγορία των χειρονομιών τύπου Ψ (όπως στην πρώτη εικόνα) που σχετίζεται με τη θέση των χεριών σε σχέση με το σώμα. Τα χέρια σ’ αυτή τη θέση σχηματίζουν τα κέρατα, ιερό σύμβολο για τους Μινωίτες και βασικός συμβολισμός της θεάς-Μητέρας ως Κοσμικής Αγελάδας (Ίσις-Αθώρ).

Στην Κρήτη το κύριο μέρος της λατρείας ήταν αρχικά συγκεντρωμένο στο θηλυκό πρόσωπο της θεότητας, στη Μεγάλη Μητέρα, τη Ρέα - Γη ή Μα, γιατί αυτή συμβόλιζε την παραγωγική ανανεωτική φροντίδα της Μητέρας Φύσης. Οι θρησκευτικές τελετές ήταν απόδοση σεβασμού σ’ αυτήν και εκδήλωση της παρακλήσεως για τη βοήθειά της.

Στα Μεγάλα Μυστήρια λειτουργούσαν βαθμοί μυστικών τελετουργιών προς τη θεά των όφεων, η οποία συμβόλιζε τη Μεγάλη Μητέρα Θεά. Προκαταρτικοί της τελικής μυστηριακής ιερουργίας ήταν οι ιεροί χοροί. Αλλά εκτός από αυτούς γινόταν ακόμη συμβολικές λιτανείες ιερειών και ιερέων, μυστικές συνεστιάσεις, λατρευτικές προσφορές και θυσίες μέσα σε σπονδικές φιάλες και ρυτά, που προσφέρονταν στο Ιερό Δέντρο και στη Στήλη του Διπλού Πέλεκυ.

Ο Διπλός Πέλεκυς βρισκόταν πάντοτε στημένος στο κέντρο του ιερού, είτε Ιερό Σπήλαιο ήταν αυτό ή Ναός, είτε Λαβύρινθος ή Αίθουσα του Θρόνου, ναού της λατρείας στα Μινωικά ανάκτορα, για να φανερώνει την ιερότητα και το «άβατο» του μέρους αυτού. Η μυστική ιερουργία των Μεγάλων Μυστηρίων της Μητέρας Θεάς, ήταν μια τεχνική επικοινωνίας και επαφής με τη Μεγάλη Θεά, για να δέχονται οι μυημένες στα Μυστήριά της, γυναίκες, τη Θεία Δωρεά της απ’ ευθείας από τη Μητέρα Ρέα.

Στα Κρητικά Μυστήρια γενικά, η λειτουργική αυτή τέχνη λεγόταν «ιεροπραξία» για να ξεχωρίζει από τις άλλες ιερουργίες τους. Και το Ιερό Δέντρο το συνδεδεμένο με τη λατρεία της Θεάς Μητέρας, κάτω από το οποίο βρισκόταν ο ναός της, ήταν δρυς στις κορυφές των ορέων και η ελιά στα χαμηλότερα μέρη. Το δέντρο ως σύμβολο συμβόλιζε τη μητέρα που προσφέρει τον καρπό της ζωής.

Το σημαντικότερο μέρος της ιεροπραξίας των Μεγάλων Μυστηρίων, με τις ενωμένες δυνάμεις της Θεάς Μητέρας και του Θείου συντρόφου της σε μια ιερή ένωση, ήταν η απόκτηση από τους μύστες του χρυσού Διπλού Πέλεκυ.

Σύμβολο της πνευματικής αθανασίας και της σοφίας του Ιερού αυτού ζεύγους και σύμβολο της ενωμένης δύναμής τους επάνω στη γη, βρισκόταν πάντοτε στημένος στο κέντρο των ιερών σπηλαίων, στο κέντρο επίσης των Λαβυρίνθων ή της Αίθουσας του θρόνου. Και στους εσωτερικούς βαθμούς όλων των τάξεων των κρητικών μυστηρίων, είχε την ίδια σημασία με τη Θεά των όφεων, δηλαδή τη σημασία της συμβολικής και ουσιαστικής συνισταμένης στην πνευματική δημιουργική ένωση των δυο δυνάμεων της Φύσεως, της παραγωγικής και της γονιμοποιού.

Και αυτά γιατί οι μύστες της Κρητομινωικής θρησκείας, γνώριζαν τους πνευματικούς νόμους, γνώριζαν ότι τίποτα δε μπορεί να κατορθωθεί για την πνευματική αναγέννηση και την πνευματική απελευθέρωση των ανθρώπων, χωρίς τη διπλή ιερή ένωση, με τις ενωμένες δυνάμεις της στον καρπό τους, στον θεό δηλαδή του πνευματικού φωτός, που προσφέρεται σαν Θεία Δωρεά για έναν τέτοιο σκοπό.

Η Γαία, ή η μητέρα γη, ήταν η Μεγάλη Θεά των πρώτων Ελλήνων. Αντιπροσώπευσε τη γη και λατρεύτηκε ως καθολική μητέρα. Από την αρχαϊκή ακόμα εποχή λατρεύτηκε ως μητέρα όλων των ζωντανών πλασμάτων αλλά και του Ουρανού.

Στη Θεογονία του Ησίοδου, η Γαία προϋπήρχε με τον Έρωτα και το Χάος στη δημιουργία του Κόσμου. Γέννησε τον Ουρανό, τα Όρη και τον Πόντο. Έσμιξε με τον Ουρανό και γέννησε τους Τιτάνες. Η συνεχής δημιουργία έδωσε στους αρχαίους Έλληνες την εικόνα του θεϊκού ζευγαριού, που γεννάει τα πάντα. Ο Ουρανός ήταν ο πατέρας, που γονιμοποιεί και η Γαία ήταν η μητέρα που κυοφορεί, γεννά και τρέφει τα παιδιά της. Η Γαία όμως δεν ήταν μονάχα η μητέρα όλων των όντων που γεννιόνταν από το έδαφος. Οι αρχαίοι Έλληνες θεωρούσαν ότι ήταν και η μητέρα του ίδιου του ανθρώπου. Οι κάτοικοι της Αττικής και της Αρκαδίας ισχυρίζονταν πως ήταν αυτόχθονες (Πελασγός και Κέκροπας), δηλαδή είχαν γεννηθεί από το έδαφος, ήταν παιδιά της Γαίας.

Στους θρύλους της Αττικής, ο άνθρωπος αυτός ήταν ο Εριχθόνιος. Γεννήθηκε από το σπέρμα του Ηφαίστου που έπεσε στη γη, ύστερα από την ανεπιτυχή προσπάθεια του να σμίξει ερωτικά με την Αθηνά. Σε διάφορες καλλιτεχνικές αναπαραστάσεις παρουσιάζεται η Γαία με μορφή γυναίκας να βγαίνει από το έδαφος και να δίνει με σηκωμένα τα χέρια της στην Αθηνά τον Εριχθόνιο με τον Ήφαιστο να παρακολουθεί. Στην Αττική λατρεύονταν με το επίθετο “Κουροτρόφος”, δηλαδή αυτή που προστατεύει τα παιδιά στη γέννηση και στην ανατροφή τους.

H Αθηνά, η πιο αγαπημένη θεά των Αρχαίων Ελλήνων, ήταν η θεά που συμβόλιζε τη σοφία. Οι Έλληνες, ο πρώτος λαός που κατέκτησε τη λογική σκέψη και διατύπωσε καθολικούς νόμους για τη λειτουργία του σύμπαντος, λάτρεψαν μια θεά που προσωποποιούσε την εξυπνάδα και τη φρόνηση.

Ήταν η αγαπημένη κόρη του Δία, όμορφη, γενναία αλλά και σοφή. Κι ήταν φυσικό να τη λατρεύουν οι Έλληνες γιατί ενσάρκωνε τα ιδανικά της φυλής τους. Τη γενναιότητα και τη φρόνηση. Η Αθηνά, ήταν προσωποποίηση της σοφίας και της γνώσης, η προστάτιδα κάθε ανθρώπινης τέχνης και κάθε ωφέλιμης εργασίας.

Στον Ορφικό Ύμνο, ο υμνωδός λέει:
« Παλλάδα μονογέννητη, σεπτέ γόνε του μεγάλου Δία,
θεϊκή, μακάρια θεά, πολεμοθόρυβη, γενναιόψυχη,
άρρητη και ρητή, μεγαλώνυμη, σπηλαιοθρεμμένη,
που κυβερνάς τις κορφές των ψηλόραχων βουνών
και τα σκιερά όρη, κι ευφραίνεις την ψυχή σου
στα φαράγγια, οπλόχαρη, που εκστασιάζεις
τις ψυχές των θνητών με μανία, κόρη αθλήτρια…
…αρνήτρια του γάμου, πολύπλουτη μητέρα των τεχνών,
που την ορμή παρακινείς, και τη μανία δίνεις
στους κακούς, και στους καλούς τη φρόνηση•
…λυτρώτρια των κακών, νικηφόρα θεά, γαλανομάτα,
τεχνοεφευρέτρια, πολυλατρεμένη βασίλισσα.
Εισάκουσέ με που προσεύχομαι μέρα και νύχτα ακόμα
και τα ξημερώματα, και δώσε ειρήνη πολύπλουτη,
ικανοποίηση κι υγεία σ’ ευτυχισμένες εποχές. » (Ορφικός Ύμνος 32, “Στην Αθηνά”)

Μπορεί η Αθηνά να πήρε μέρος σε πολέμους, αλλά δεν ήταν αιματόχαρη, κι ούτε αλλοπρόσαλλη, σαν τον αδερφό της τον Άρη, γιατί γνώριζε να συνταιριάζει την παλικαριά με τη φρόνηση και την εξυπνάδα, πράγμα που την κάνει να έρθει πολλές φορές σε αντίθεση με τον θεό του πολέμου. Έτσι παραστέκεται σε όλους τους μεγάλους ήρωες, στον Ηρακλή, στον Περσέα, στον Τυδέα και στο γιό του Διομήδη, στον Αχιλλέα, στον Οδυσσέα και στον γιο του Τηλέμαχο.

Σαν κόρη της Μήτιδας ήταν έξυπνη και επινοητική όχι μόνο στα έργα του πολέμου, μα περισσότερο στης ειρήνης. Προστατεύει κάθε χειρώνακτα τεχνίτη που δουλεύει με το μυαλό και τις δουλειές των γυναικών όταν ύφαιναν κι έκλωθαν. Γι’ αυτό την προσονόμαζαν Εργάνη. Η ίδια ήταν περίφημη για την υφαντική της τέχνη. Ο Όμηρος στην Οδύσσεια γράφει:

« Όσο τους άλλους ξεπερνούν οι Φαίακες στην τέχνη
να κυβερνούν στα πέλαγα τα γρήγορα καράβια,
τόσο στην τέχνη του αργαλειού τεχνίτρες οι γυναίκες•
η Αθηνά τους χάρισε νου σωστό, καλές τέχνες. » (Όμηρος, “Οδύσσεια”, ραψ. η΄, 108- 111)

Δίδαξε στους ανθρώπους να οργώνουν τα χωράφια και να δαμάζουν τα άλογα. Με τη δική της βοήθεια σκάρωσαν οι Αργοναύτες το καλοτάξιδο και ασφαλές καράβι τους Αργώ και οι Δαναοί στην Τροία τον Δούρειο Ίππο. Σαν θεά της σοφίας παραστέκει στους φιλοσόφους και στους ρήτορες και εμπνέει τους ποιητές.

Ουσιαστικά μέσα από την δημιουργική δύναμη των τεχνών που διδάσκει η θεά- αλλά και οι άλλοι θεοί- στους ανθρώπους, εκφράζεται η τελειοποιητική τάση και ισχύς που υπάρχει στον Κόσμο, η προοδευτική εξέλιξη του ανθρώπινου πολιτισμού, αλλά και η εξέλιξη των μορφών στο σύμπαν. Αν κι αγαπάει η θεά τους ήρωες, η αγάπη της δεν περικλείει ίχνος ερωτισμού γι’ αυτούς, προτιμώντας να μη σμίξει ούτε με θεό, ούτε με θνητό, και να παραμείνει παρθένα:

« Τρία μυαλά μονάχα ούτε να πείσει (η Αφροδίτη) γίνεται ούτε να ξεγελάσει:
την κόρη του ασπιδοφόρου Δία, τη γλαυκομάτα Αθηνά,
που της πολύχρυσης της Αφροδίτης οι δουλειές δεν της αρέσαν…
Πρώτη αυτή δίδαξε τους χθόνιους μαστόρους
αμάξια να κατασκευάζουν και άρματα χάλκινα ολοστόλιστα
κι αυτή τις παρθένες με το τρυφερό δέρμα μέσα στα μέγαρά τους
δίδαξε έργα σπουδαία, σύνεση βάζοντας σε καθεμιά. » (Ομηρικός Ύμνος 5, “Στην Αφροδίτη”, 7- 15)

Η παρθενία της θεάς συμβολίζει την τιμιότητα και την αγνότητα που πρέπει να κοσμούν τη σοφία και τη γνώση. Η Αθηνά παρέμεινε παρθένα για να μας δείξει την αγνότητα της γνώσης. Η γνώση πρέπει να είναι άσπιλη γιατί απευθύνεται σ’ όλη την ανθρωπότητα. Δεν αφορά την προσωπικότητα του ανθρώπου, αλλά την ατομικότητα. Αφορά την ψυχή του, την οποία ανυψώνει, την εξελίσσει, σαν το φρούτο την ωριμάζει και σταδιακά την φτάνει στην τελείωση, στη θέωση. Κάποτε, λέει ο μύθος, έτυχε ο Τειρεσίας να δει γυμνή τη θεά, να λούζεται σε μια λίμνη κοντά σε μια πηγή, μαζί με τη μητέρα του Χαρικλώ. Η θέα της γυμνής Αθηνάς ήταν η αιτία να χάσει την όρασή του. Την παρακάλεσε τότε η Χαρικλώ να ξαναδώσει πίσω την ικανότητα να βλέπει, αλλά αυτό ήταν αδύνατο, όταν οι θεοί έπαιρναν μια απόφαση, δεν υποχωρούσαν. Αντί της όρασης, του έδωσε το χάρισμα να ακούει τη φωνή των πουλιών και να μαντεύει, ενώ του χάρισε ένα ραβδί, με το οποίο περπατούσε καλύτερα κι από το να είχε τα μάτια του. Έτσι ο θνητός Τειρεσίας έγινε ο μάντης της Θήβας κι έζησε εννιά γενιές αντί για μία. Αυτό το περιστατικό μπορούμε να το αποσυμβολίσουμε πως όταν αντικρίσουμε την ωραιότητα της γνώσης, δηλ. έρθουμε σ’ επαφή με την αληθινή πηγή της, αποκτούμε ικανότητες που ξεπερνούν αυτές των απλών αισθήσεων. Αποκτούμε την ικανότητα της διόρασης, γινόμαστε διαισθητικοί κι ερχόμαστε σ’ επαφή με υπεραισθητούς κόσμους. Ξεφεύγουμε από τον αισθητό κόσμο κι ανυψωνόμαστε στον νοητό κόσμο, στον κόσμο των Ιδεών του Πλάτωνα και σταδιακά στον πνευματικό κόσμο. Αυτό σπάει τους χρονικούς περιορισμούς κι είναι σαν να ζούμε πολλές γενιές.

Η διπλή κυοφορία της Αθηνάς από τη μητέρα της Μήτιδα και τον πατέρα της Δία υποδηλώνει ότι πήρε τόσο τις θηλυκές, όσο και τις αρσενικές ιδιότητες της φρόνησης και της νοημοσύνης. Η σοφία της είναι ολόπλευρη και ολοκληρωμένη.

Τελευταίο παιδί που γεννάει ο ίδιος ο Δίας είναι η Αθηνά. Έτσι κλείνει και ο κύκλος της σοφίας. Αρχή του κύκλου από πρωτόγονη σοφία, ανάμιχτη με πανουργία, και λήξη του κύκλου με αγνή σοφία. Όλα στη φύση, όπως μπορούμε να παρακολουθήσουμε, ακολουθούν κύκλους (κυκλικές μεταβολές). Γενικότερα, όλα στο σύμπαν, που δεν μπορούμε στην εφήμερη ζωή μας να παρακολουθήσουμε, ακολουθούν παρόμοιους, αλλά μεγαλύτερους, κύκλους. Και η πορεία της ανθρωπότητας είναι παρόμοια. Ο άνθρωπος ξεκινάει από την πρωτόγονη κουτοπονηριά για την επιβίωσή του, και καταλήγει, μετά από διαδοχικές ενσαρκώσεις κατά τους αρχαίους Έλληνες μύστες, που μυθολόγησαν δημιουργώντας τους θαυμάσιους μύθους τους, να γίνει ένας σοφός, ένα αγνό πνεύμα, έτοιμο να επιστρέψει τον Οίκο του Πατρός. Κλασικό παράδειγμα ο Ηρακλής, που διάλεξε το δρόμο της Αρετής και μετά από πολλές μεταπτώσεις, σφάλματα και κατορθώματα, αποθεώθηκε και εγκαταστάθηκε στον Όλυμπο, παίρνοντας σαν γυναίκα την Ήβη, την κόρη του Θεού- Πατέρα Δία!

Ο Πρόκλος, αναλύοντας την Πλατωνική Θεολογία, γράφει:
« Η Αθηνά φυλάει τις ενδιάμεσες ζωές ακλόνητες με τη νόηση και την αυτενεργό ζωή, ανυψώνοντάς τες από την ύλη. Ο Άρης, εξάλλου, ακτινοβολεί στις σωματικές φύσεις την ισχύ, τη δύναμη και τη “στερεότητα”, όπως λέει ο Σωκράτης στον Κρατύλο γι’ αυτό και από την Αθηνά τελειοποιείται και μετέχει σε μια νοητική έμπνευση, όπως λέει η ποίηση και σε μια ζωή ξεχωριστή από τα γεννημένα όντα.» (Πρόκλος, “Περί της κατά Πλάτωνα Θεολογίας”, ΣΤ΄, 97)

Σ’ ένα άλλο βιβλίο του αναφέρει την Αθηνά ως Δέσποινα και δίνει κάποιες διευκρινίσεις της αρχαίας θεολογίας: «Οι θεολόγοι εξυμνούν κατά κύριο λόγο δυνάμεις της δέσποινάς μας Αθηνάς, τη φρουρητική και την τελειοποιητική, όπου η μία διαφυλάσσει την καθολική τάξη αμόλυντη και απροσμάχητη από την ύλη, και η άλλη που πληροί τα πάντα με νοητικό φως και τα στρέφει προς τη δική τους αιτία. Για τούτο και ο Πλάτων αναλόγως εξυμνεί την Αθηνά στον Τίμαιο ως “φίλη του πολέμου και της σοφίας”. Αυτής παραδίδονται τρεις βαθμίδες: Μία η πηγαία και νοητική, βάσει της οποίας εγκατέστησε τον εαυτό της στον πατέρα και είναι αδύνατο να χωριστεί από εκεί δεύτερη η αρχική, βάσει της οποίας συνυπάρχει με την Κόρη, ολοκληρώνει κάθε πορεία της και στρέφει προς τον εαυτό της τρίτη η ανεξάρτητη, βάσει της οποίας οδηγεί όλο τον κόσμο στην τελείωση, τον φρουρεί και τον προστατεύει με τις δυνάμεις της, συνδέοντας όλες τις εγκόσμιες κορυφές και δίνοντας την ύπαρξη σε όλους τους ουράνιους κλήρους και σε όσους κινήθηκαν προς την υποσελήνια περιοχή. Στο σημείο αυτό του διαλόγου ο Σωκράτης τη φρουρητική την εξυμνεί με το όνομα της παλλάδας και την τελειοποιητική με το όνομα της Αθηνάς. …..Όπως δηλαδή λέει ο Τίμαιος, “το σύμπαν είναι μείγμα από νου και ανάγκη”, όπου η ανάγκη υποτάσσεται στην πειθώ του νου και όλα τα υλικά αίτια υποχωρούν μπροστά στη βούληση του πατέρα. Η θεά τούτη είναι αυτή που υποτάσσει την ανάγκη στον ποιητικό νου, που υψώνει το σύμπαν στη μέθεξη του θεού, που το σηκώνει και το εγκαθιστά στους κόλπους του πατέρα και το φρουρεί δια μέσου των αιώνων. Και αν το σύμπαν λέγεται ακατάλυτο, τούτη είναι που του παρέχει τη σταθερότητά του, και αν μετέχει στο χορό της αιωνιότητας, αυτή είναι η προστάτιδα της χορηγίας σύμφωνα με ένα και μόνο λόγο, με μία και μόνη τάξη. Εποπτεύει λοιπόν τη σύνολή δημιουργία του πατέρα, συνέχει και στρέφει προς αυτόν, και αντιμάχεται τη σύνολη απροσδιοριστία της ύλης. Για τούτο προσονομάστηκε και Νίκη και Υγεία, επειδή κάνει τον νου να κυριαρχεί επί της ανάγκης και τη μορφή επί της ύλης, και επειδή διαφυλάσσει επίσης αιωνίως τον κόσμο όλο απρόσβλητο από το γήρας και τη νόσο. Έργο λοιπόν της θεάς αυτής είναι και να τον ανυψώνει, να τον μερίζει και μέσα από τη νοητική χορεία να τον συνδέει με τα κατεξοχήν θεϊκά όντα, να τον εγκαθιστά και να τον φρουρεί μέσα…» (Πρόκλος, “Εις τον Κρατύλον Πλάτωνος”, 185)

Με το πέρασμα του χρόνου στον χριστιανικό κόσμο η θεά Αθηνά αντικαταστάθηκε στη θρησκευτική συνείδηση από την Παρθένο Μαρία. Στρατηγός, προστάτης και παρθένος είναι η θεά Αθηνά, είναι και η Παναγία. Προστάτης των γυναικών, των παιδιών και του τοκετού είναι η Άρτεμη η Παιδοτρόφος και Λοχεία είναι, και η Παναγία; Συνετή, κόσμια, καλόβουλη, μειλίχια και πολυεύσπλαχνη, που δοκίμασε αβάσταχτο πόνο και γνώρισε πολλά βάσανα είναι η θεά Ίσις, είναι και η Παναγία, η μητέρα του Χριστού.

Είναι σύμπτωση ότι η μεγάλη γιορτή της Παναγίας τον Δεκαπενταύγουστο συμπίπτει με τα γενέθλια της θεάς Αθηνάς στις 28 του αρχαίου μήνα Εκατομβαιώνα (μέσα Ιουλίου - μέσα Αυγούστου), όταν τελούνταν τα Παναθήναια, η μεγαλύτερη γιορτή της αρχαίας Αθήνας; Ή μήπως είναι τυχαίο ότι ο ναός της παρθένου Αθηνάς στην Ακρόπολη μετατράπηκε σε ναό της Παναγίας Παρθένου;

Οι επαναλαμβανόμενοι εποχικοί κύκλοι του θανάτου και της αναγέννησης και τα λατρευτικά έθιμα που σχετίζονται με τη γη, τη βλάστηση και την καλή σοδειά συνδέθηκαν και με την Παναγία, όπως έχει γράψει ο μεγάλος λαογράφος Γεώργιος Μέγας. Τα Εισόδια της Θεοτόκου συνδέονται με τη σπορά και η Παναγία λαμβάνει τα χαρακτηριστικά της θεάς Δήμητρας αποκτώντας άλλοτε το προσωνύμιο Αποσπορίτισσα και άλλοτε Μεσοσπορίτισσα. Παραμένει μάλιστα και το αρχαίο έθιμο της πανσπερμίας, τα πολυσπόρια, όπως το λέμε σήμερα.

Στρατηγός των στρατηγών, η Παναγία προστατεύει τους πιστούς της - όπως και η θεά Αθηνά τους Αθηναίους - σε κάθε δύσκολη στιγμή. Το 626, στην πολιορκία της Κωνσταντινούπολης από Αβάρους και Πέρσες, οι πιστοί που έχουν συγκεντρωθεί στη Μεγάλη Εκκλησία θα δουν ξαφνικά μπροστά τους την Παναγία να έχει απλώσει προστατευτικά το πέπλο της πάνω από την πόλη. Θυμηθείτε επίσης τον πέπλο της Αθηνάς στα Παναθήναια. Και η μεγαλύτερη απόδειξη: «Τη υπερμάχω στρατηγώ τα νικητήρια» ψάλλουν οι πολιορκημένοι χριστιανοί στην τελευταία λειτουργία της Αγίας Σοφίας, το 1453.

Πάρα πολλά έθιμα, θεότητες της αρχαιότητας, συνήθειες που μας χαρακτηρίζουν ως λαό, όχι μόνο δεν χάθηκαν, αντιθέτως μάλιστα, συνέχισαν την ύπαρξή τους στους αιώνες, αλλάζοντας απλά μορφή. Η Θεά Αθηνά, η αγαπημένη θεά των Ελλήνων, κατά τη μετάβαση στον Χριστιανισμό, σχεδόν πανεύκολα αντικαταστάθηκε από τη Μητέρα του Ιησού, την Παναγία. Ο Απόλλωνας ο θεός του Φωτός, αντικαταστάθηκε στη συνείδηση όλων των Ελλήνων από τον Ιησού. Ο Άγιος Νικόλαος πήρε τη θέση του Ποσειδώνα, θεού της θάλασσας και πάει λέγοντας.


Οι μεγάλες γιορτές των αρχαίων Ελλήνων, συνεχίστηκαν με απλή μετάβαση σε αντίστοιχες γιορτές που αφορούσαν τη νέα θρησκεία του Χριστιανισμού. Είναι λοιπόν φανερό πως οι Έλληνες είχαν πάντα τη δική τους θρησκεία, μια θρησκεία που εξελίχθηκε μέσα τους αιώνες.






Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου